Cookies management by TermsFeed Cookie Consent
Τελευταίες Ειδήσεις

Ανακοινωθέντα

18-06-2018 13:03

Για τις εξελίξεις στον Συνεργατισμό μίλησε ο Υπουργός Οικονομικών

Ο Υπουργός Οικονομικών κ. Χάρης Γεωργιάδης, σε δηλώσεις του σήμερα κατά τη διάρκεια της εκπομπής «Πρωινό Δρομολόγιο» του Τρίτου Προγράμματος του ΡΙΚ, αναφέρθηκε στις εξελίξεις στον Συνεργατισμό.

Ακολουθεί το πλήρες κείμενο των ερωτοαπαντήσεων:

«Ερώτηση: Τι συμβαίνει με το Συνεργατισμό;

Απάντηση: Αναμένουμε αποφάσεις από την Ελληνική Τράπεζα, ίσως να τις έχουμε και σήμερα, αν δεν έχει διαβιβαστεί αυτό το τελευταίο αλλά και απαραίτητο μέρος που αφορά την κεφαλαιοποίηση της ίδιας της Ελληνικής Τράπεζας, δηλαδή της ενοποιημένης πλέον τράπεζας. Υπήρξε συμφωνία όσον αφορά το σκέλος της συγχώνευσης. Μένει όμως το θέμα των νέων κεφαλαίων, για το οποίο θεωρώ πως θα λυθεί εντός των χρονοδιαγραμμάτων. Δηλαδή η Ελληνική Τράπεζα αποκτά ένα μέρος του χαρτοφυλακίου αλλά πρέπει να βάλει τα κεφάλαια που χρειάζονται. Αυτός είναι και ένας από τους λόγους που επιλέχθηκε μέρος του χαρτοφυλακίου και όχι το σύνολό του. Σε κάθε περίπτωση χρειάζονται κεφάλαια. Αν είναι ένα μέρος του χαρτοφυλακίου, όπως στη συγκεκριμένη περίπτωση, είναι σημαντικά μεν αλλά σαφώς λιγότερα απ’ αυτά που θα χρειάζονταν στην περίπτωση απόκτησης του συνόλου του χαρτοφυλακίου. Αυτά λοιπόν τα κεφάλαια που αντιστοιχούν στο κομμάτι που παίρνει η Ελληνική Τράπεζα πρέπει να προσδιοριστούν.

Ερώτηση: Και έχουν προσδιοριστεί στα 150 εκατομμύρια;

Απάντηση: Ναι, και ένα μεγαλύτερο μέρος από την κερδοφορία με λογιστικό τρόπο από την ίδια την τράπεζα.

Ερώτηση: Και  πώς θα λύσει η Ελληνική Τράπεζα αυτό το θέμα;

Απάντηση: Δεν είναι κάτι που χρειάζεται να ξέρουμε από σήμερα. Το αν ένας υφιστάμενος μέτοχος θα ασκήσει το δικαίωμά του να βάλει κεφάλαιο δεν χρειάζεται να το ξέρουμε σήμερα. Αυτό που πρέπει να ανακοινώσει η Ελληνική Τράπεζα είναι ένα δεσμευτικό πλάνο άντλησης των κεφαλαίων. Ασφαλώς η υλοποίηση αυτού του πλάνου δεν θα γίνει σήμερα. Η Ελληνική Τράπεζα πρέπει να επιβεβαιώσει με δεσμευτικό τρόπο την πρόθεσή της ν’ αυξήσει το κεφάλαιο και ότι έχει εξασφαλισμένη την αύξηση του κεφαλαίου. Η υλοποίηση θα γίνει στο επόμενο διάστημα. Το ζήτημα πρέπει να πάει σε Γενική Συνέλευση της Ελληνικής Τράπεζας.

Η Ελληνική Τράπεζα δεν αποκτά το σύνολο, αλλά ένα μέρος των υποχρεώσεων και των περιουσιακών στοιχείων του Συνεργατισμού. Το κυριότερο αυτής της συμφωνίας είναι ότι η Ελληνική Τράπεζα αναλαμβάνει την ευθύνη της διαχείρισης και αναλαμβάνει να πληρώσει 10 δισεκατομμύρια καταθέσεις στον κόσμο ανά πάσα στιγμή, την ώρα που πρέπει, με τόκο. Αναλαμβάνει αυτή τη μεγάλη υποχρέωση της διαχείρισης και της πληρωμής 10 δισεκατομμυρίων –σχεδόν- καταθέσεων για να υπάρχει και απόλυτη εμπιστοσύνη. Ξέρουμε πολύ καλά ότι τους προηγούμενους μήνες αυτή η εμπιστοσύνη των καταθετών είχε κλονιστεί και έπρεπε να αποκατασταθεί με τρόπο καθοριστικό. Συνεπώς, η ενοποιημένη Ελληνική Τράπεζα με αυτά τα νέα κεφάλαια αναλαμβάνει την ευθύνη διαχείρισης και πληρωμής των καταθέσεων. Έναντι αυτής της μεγάλης υποχρέωσης που αναλαμβάνει παίρνει ισόποσα περιουσιακά στοιχεία: δάνεια, μετρητά, ομόλογα (αυτά που συνθέτουν το κομμάτι των στοιχείων του ενεργητικού μιας τράπεζας έναντι των στοιχείων του παθητικού. Αναλαμβάνει δηλαδή να πληρώσει περίπου 10 δισεκατομμύρια καταθέσεις και παίρνει αντίστοιχα περιουσιακά στοιχεία. Δηλαδή δεν πληρώνεται επιπλέον. Αυτή η απόφαση είναι δύσκολη για το κράτος. Το κομμάτι που καθιστά την απόφαση αναγκαία, αλλά και δύσκολη, είναι το γεγονός της ανάληψης από το ίδιο το κράτος του υπολοίπου των περιουσιακών στοιχείων, τα οποία η Ελληνική Τράπεζα δεν μπορεί ν’ απορροφήσει. Η Ελληνική Τράπεζα δεν μπορεί να φορτωθεί μεγαλύτερο κομμάτι του χαρτοφυλακίου. Αυτό το κομμάτι το αποκτά το κράτος με δαπάνη 3,5 δισεκατομμυρίων που οδηγούν πράγματι σε μια μεγάλη επιβάρυνση του δημόσιου χρέους.

Στο παρελθόν είχε δοθεί παρόμοια στήριξη τόσο στο Συνεργατισμό όσο και σε άλλες τράπεζες. Δεν είναι ενίσχυση στα κεφάλαια μιας τράπεζας. Με αυτή τη δαπάνη το κράτος αποκτά σχεδόν 8,3 δισεκατομμύρια περιουσιακών στοιχείων. Αποκτάται ολόκληρη η ακίνητη περιουσία του Συνεργατισμού αξίας εκατοντάδων εκατομμυρίων σε όλη την Κύπρο. Αποκτούνται εξυπηρετούμενα δάνεια για τα οποία προφανώς υπάρχει βεβαιότητα είσπραξής τους και αποκτάται ένα πολύ μεγάλο χαρτοφυλάκιο των 7 δισεκατομμυρίων μη εξυπηρετούμενων δανείων, τα οποία, παρόλο που κατατάσσονται σ’ αυτή την κατηγορία και χωρίς να υπάρχουν οι εξειδικευμένες δομές και χωρίς να έχουν βελτιωθεί οι νομοθεσίες μας όπως πρέπει να βελτιωθούν, αποδίδουν από εισπράξεις περίπου 250 εκατομμύρια τον χρόνο.

Αυτό λοιπόν που κάνει κατά τ’ άλλα δύσκολη την κατάσταση (κάτι που έχουν δει και οι οίκοι αξιολόγησης, οι οποίοι μέσα στις τελευταίες εβδομάδες έχουν αποδώσει δύο αναβαθμίσεις στην Κυπριακή Δημοκρατία) είναι ότι υπάρχει μεν αυτό το κόστος (επιβάρυνση του δημοσίου), αλλά από την άλλη γίνεται μια καθοριστική κίνηση σταθεροποίησης του τραπεζικού συστήματος, μεταφέρονται μη εξυπηρετούμενα δάνεια εκτός τραπεζικού συστήματος. Το κυριότερο όμως είναι ότι το κράτος αποκτά μια καινούρια ροή εσόδων. Δεν θα χρειαστούν νέοι φόροι/επιβαρύνσεις για να εξυπηρετηθεί αυτό το κομμάτι του δημόσιου χρέους επειδή τα περιουσιακά στοιχεία που έχουν αποκτηθεί αποδίδουν έσοδα. Όπως έχω ήδη πει, τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια από μόνα τους αποδίδουν σήμερα περίπου 250 εκατομμύρια τον χρόνο. Υπάρχουν και τα εξυπηρετούμενα δάνεια που θα αποκτηθούν τώρα, για τα οποία η είσπραξη είναι δεδομένη (αφορούν κυρίως δάνεια τοπικών Αρχών) και υπάρχει και ολόκληρο το χαρτοφυλάκιο των ακινήτων (η ακίνητη περιουσία του Συνεργατισμού σ’ όλη την Κύπρο) που περιλαμβάνει και ακίνητα περιουσιακά στοιχεία υψηλής εμπορευσιμότητας και αξίας, τα οποία ασφαλώς και αυτά μέσα από τις επαγγελματικές δομές του φορέα που θα στηθούν, θα αξιοποιηθούν, θα πωληθούν, θα ενοικιαστούν και θα φέρνουν και αυτά εισόδημα.

Υπάρχουν όμως προϋποθέσεις για να είναι μακροπρόθεσμα επιτυχές το εγχείρημα. Υπάρχουν κράτη που τα κατάφεραν. Μετέφεραν μη εξυπηρετούμενα δάνεια εκτός τραπεζικού συστήματος με αρχικό κόστος στο δημόσιο χρέος τους, αλλά έστησαν επαγγελματικές δομές. Η διαχείριση αυτών των δανείων γινόταν από εξειδικευμένους οίκους επαγγελματίες στον τομέα. Παράλληλα πρέπει να υπάρχει ένα νομοθετικό πλαίσιο χωρίς κενά και αδυναμίες που επιτρέπουν σε κάποιους να μην εκπληρώνουν τις υποχρεώσεις τους. Χρειάζεται και ένα δικαστικό σύστημα που να βοηθά αυτή τη διαχείριση. Οι κινήσεις στις οποίες προχωρούμε είναι βασικές και γι’ αυτή τη πτυχή.

Ερώτηση: Θα μπορούσε όμως αυτό το σύστημα να μείνει μακριά από πολιτικές επιρροές;

Απάντηση: Το κράτος πρέπει να κρατήσει κάποια απόσταση από τη διαχείριση του φορέα. Εκτός από δική μας επιθυμία, θα είναι και όρος. Αυτή η συναλλαγή θα πρέπει να εγκριθεί από την ΕΕ. Και στον Συνεργατισμό υπήρχε αυτός ο όρος και τηρήθηκε. Το αν τηρήθηκαν οι όροι που θέτει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή το κρίνει η ίδια. Η ΕΕ είχε την ευθύνη να ενημερώνει σε διαρκή βάση κατά πόσο οι όροι της τηρούνται και αυτό έγινε 16 φορές. Δεκαέξι σχετικές εκθέσεις επιβεβαίωσαν την εκπλήρωση των όρων που είχαν τεθεί μεταξύ των οποίων και αυτός ο όρος. Συνεπώς, δεν συμφωνώ με τις επικρίσεις ότι δεν τηρήθηκαν οι όροι.

Το αποτέλεσμα είναι μια δραστική βελτίωση σε σχέση με το 2013. Η Συνεργατική δεν επιτελούσε εξεζητημένες τραπεζικές εργασίες. Δεν είχε διεθνή τραπεζική, δεν είχε ασχοληθεί με εξεζητημένα τραπεζικά προϊόντα. Έπαιρνε καταθέσεις από τον κόσμο και έδινε δάνεια στα νοικοκυριά και στις επιχειρήσεις. Το μόνο κριτήριο επιτυχίας της είναι αν έκανε σωστή διαχείριση των καταθέσεων που έπαιρνε δίνοντας δάνεια εκεί που πρέπει σε αυτούς που έπρεπε με τους όρους που έπρεπε.

Τα δεδομένα είναι εκεί. Προβλεπόταν πλήρης αποκρατικοποίηση και όχι μισή. Είχαμε αναλάβει υποχρέωση ότι ο τραπεζικός τομέας πρέπει να έρθει σε ιδιωτικά χέρια. Λόγω όμως των ψηλών απαιτήσεων σε κεφάλαια που προσδιορίζει σήμερα η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, ιδιωτικοποιείται σήμερα ο μισός. Η υποχρέωση όμως ήταν να περάσει ολόκληρος ο Συνεργατισμός στον ιδιωτικό τομέα. Το πιο σημαντικό της πρόσφατης περιόδου ήταν ο κλονισμός της εμπιστοσύνης των καταθετών που επέβαλλε δραστικές κινήσεις για να αποκατασταθεί και το δεύτερο ήταν το μεγάλο ανέβασμα του πήχη όσον αφορά τα απαιτούμενα κεφάλαια.

Ο Συνεργατισμός κινείτο προς μια κατεύθυνση ιδιωτικοποίησης μέσω αύξησης κεφαλαίου. Δηλαδή οι επενδυτές θα έβαζαν κεφάλαια οδηγώντας σε μεγάλη συρρίκνωση (ίσως και εξάλειψη) του μεριδίου του κράτους. Όμως, λόγω του μεγάλου ύψους των κεφαλαιουχικών απαιτήσεων, όπως προκύπτουν μέσα από το συνεχώς μεταβαλλόμενο ευρωπαϊκό πλαίσιο και όπως προκύπτουν μέσα από την εισαγωγή καινούριων λογιστικών κανόνων, για τη Συνεργατική οι προσδοκίες για εξεύρεση αυτών των κεφαλαίων δεν ήταν ιδιαίτερα ψηλές. Έτρεξε η διαδικασία και με αυτή την επιλογή. Για να μη μείνουμε όμως εκτεθειμένοι ως χώρα και να βρεθούμε σε αδιέξοδο, δόθηκε η επιλογή να υπάρξει μια επιβάρυνση στο κράτος που επιτρέπει όμως σε ένα μέρος του χαρτοφυλακίου να ιδιωτικοποιηθεί ενώ το υπόλοιπο παραμένει στο κράτος, το οποίο έχει την ευκαιρία και την υποχρέωση μέσα από μια επαγγελματική διαχείριση να ανακτήσει τις δαπάνες. Υπήρξε αυτή η διαφοροποίηση έναντι της πλήρους ιδιωτικοποίησης να έχουμε σήμερα μια μερική ιδιωτικοποίηση λόγω αυτών των δύο παραμέτρων: του κλονισμού της εμπιστοσύνης των καταθετών από τη μια και των πολύ ψηλών απαιτήσεων σε νέα κεφάλαια από την άλλη.

Σε ολόκληρη την Ευρώπη, αλλά και στην Κύπρο, αυτές οι πιέσεις σε νέα κεφάλαια είναι δεδομένες. Πολλές φορές έχω τονίσει ότι καταστάσεις οδηγούν τράπεζες να αλλάζουν συνεχώς χέρια, κάτι που έχουμε δει και στη χώρα μας πρόσφατα τον τελευταίο χρόνο. Γίνονται συγχωνεύσεις και η είσοδος νέων κεφαλαίων συρρικνώνει το παλιό και αυτή είναι η τάση. M’ αυτό τον τρόπο όμως είναι που θα δημιουργηθεί στον χώρο της Ευρωπαϊκής Τραπεζικής Ένωσης ένα πλούσιο τραπεζικό σύστημα. Αυτό πρέπει να καταλάβουμε: λειτουργούμε σε άλλα δεδομένα, δεν είναι τα δεδομένα του 2013. Πρέπει να λαμβάνουμε τέτοιες αποφάσεις, οι οποίες παρά το κόστος και τη δυσκολία τους τελικά δημιουργούν ένα καινούριο τραπεζικό σύστημα. Υπάρχει μια πλήρης ρήξη με το παρελθόν. Τα πράγματα σήμερα είναι εντελώς διαφορετικά και θα είναι εντελώς διαφορετικά από τώρα και στο εξής. Συνεπώς, θα πρέπει να διαχειριστούμε το μέλλον και το νέο περιβάλλον όσον αφορά τον τραπεζικό τομέα και όχι να επιμένουμε στη διαχείριση τραπεζικών δομών που είχαν τη θέση τους στα προηγούμενα χρόνια. Εξυπηρέτησαν τις ανάγκες της οικονομίας μας στο βαθμό που μπορούσαν, αλλά δεν μπορούν να έχουν θέση στο σύγχρονο ευρωπαϊκό τραπεζικό περιβάλλον.

Ερώτηση: Γιατί πριν από ένα χρόνο επιδιώξατε να βάλετε τον Συνεργατισμό στο Χρηματιστήριο Αξιών Κύπρου;

Απάντηση: Ήταν κομμάτι του σχεδιασμού. Και αν γινόταν, ίσως τα πράγματα σήμερα να ήταν διαφορετικά. Είχαμε όμως ενστάσεις από τις εποπτικές Αρχές και υλοποιήσαμε την απόφασή τους, παρόλο που εγώ θεωρώ ότι η απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου ήταν ορθή διότι εξυπηρετούσε ακριβώς αυτό τον σκοπό. Είχαμε δηλαδή μια τράπεζα (τη Συνεργατική), η οποία μέσα σ’ αυτό το σκηνικό της συνεχούς πίεσης για αύξηση κεφαλαίων δεν μετείχε ούτε σε αγορά κεφαλαίου (χρηματιστήριο) ενώ ταυτόχρονα ο μέτοχος (δηλαδή το κράτος) λόγω εποπτικών ευρωπαϊκών περιορισμών δεν μπορούσε να βάλει ούτε ένα ευρώ κεφάλαιο στη Συνεργατική. Το να αποκτήσεις μετοχές δεν επιτρέπεται. Αν επιτρεπόταν, δεν θα είχαμε αυτούς τους χειρισμούς. Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα θα μας έλεγε πόσα χρειάζονται και θα τα βάζαμε. Δεν υπήρχε όμως η δυνατότητα για κάτι τέτοιο.

Η ένταξη στο χρηματιστήριο είχε σκοπό ακριβώς να αποκτήσει η Συνεργατική πρόσβαση σε νέα κεφάλαια, επειδή το χρηματιστήριο είναι αγορά κεφαλαίων. Για να μπει όμως μια εταιρία στο χρηματιστήριο χρειάζεται βάσει νόμου ευρεία διασπορά του 25% των μετοχών τουλάχιστον. Συνεπώς είχαμε προτείνει την ευρεία διασπορά των μετοχών για να εκπληρωθεί αυτός ο όρος. Δηλαδή να ξεπεράσουμε το εμπόδιο που κρατούσε τη Συνεργατική αποκλεισμένη από την πρόσβαση σε νέα κεφάλαια. Ήταν μια κίνηση που υλοποιούσε αυτή τη στρατηγική, η οποία όμως δεν προχώρησε λόγω των εποπτικών και άλλων ενστάσεων. Επιχειρήθηκε άντληση κεφαλαίων απευθείας από θεσμικούς επενδυτές, αλλά, επειδή η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα θεώρησε ότι αυτές οι κεφαλαιουχικές ανάγκες θα ήταν πολύ μεγάλες, αποφασίστηκε να γίνει διαχωρισμός με ένα μέρος του χαρτοφυλακίου να αποκτάται από άλλη τράπεζα ενώ το κράτος αποκτά πολύ μεγαλύτερης αξίας περιουσιακά στοιχεία (δάνεια και ακίνητα) που θα πρέπει να τα διαχειριστεί σωστά για να ανακτήσει το κόστος που υφίσταται σήμερα.

Eρώτηση: Υπάρχει τελική έκθεση για το ύψος των κεφαλαίων της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας; Αν ναι, ποια ήταν η στάση της Κυπριακής Κεντρικής Τράπεζας;

Απάντηση: Δεν υπάρχει τελική έκθεση. Υπάρχει προκαταρκτική έκθεση που δεν έχει εγκριθεί οριστικά από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Αυτή η έκθεση προβλέπει κεφάλαια ύψους 600 εκατομμυρίων. Όσον αφορά τη στάση της Κεντρικής Κυπριακής Τράπεζας, καλύτερα απευθυνθείτε στους ίδιους. Δεν σχολιάζω τη συμπεριφορά της Κυπριακή Κεντρικής Τράπεζας. Οι τελικές αποφάσεις εξάλλου λαμβάνονται στη Φρανκφούρτη. Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα ελέγχει, εποπτεύει και αποφασίζει. Σίγουρα ο ρόλος της Κεντρικής Τράπεζας σε κάθε κράτος μέλος παραμένει σημαντικός. Θεωρώ ότι προτεραιότητά μας είναι να προωθήσουμε τις νομοθετικές αλλαγές που αφορούν την Κεντρική Τράπεζα.

Ερώτηση: Αφού ο Συνεργατισμός διαχωρίστηκε, γιατί πωλείται το καλό κομμάτι;

Απάντηση: Διότι κάποιος έπρεπε να βάλει τα κεφάλαια να ανακεφαλαιοποιήσει αυτό το κομμάτι. Το κράτος δεν μπορεί να ανακεφαλαιοποιήσει αυτό το κομμάτι ούτε είναι τράπεζα από μόνο του. Φεύγει ένα μέρος των καταθέσεων και των δανείων που για να μπορέσουν να τύχουν διαχείρισης πρέπει να περάσουν κάτω από μια άλλη τράπεζα, η οποία να είναι σε θέση να βάλει τα απαιτούμενα κεφάλαια. Διαφορετικά, οι καταθέσεις θα έμεναν εκτεθειμένες. Διασφαλίζονται μόνο όταν περάσουν σε ένα τραπεζικό ίδρυμα που να έχει τη δυνατότητα και τη διάθεση να βάλει τα απαιτούμενα κεφάλαια που χρειάζονται.  

Ερώτηση: Πόσα ήταν οι καταθέσεις που αποσύρθηκαν συνολικά από το Συνεργατισμό λόγω της φημολογίας και της απώλειας εμπιστοσύνης;

Απάντηση: Δύο δισεκατομμύρια.

Ερώτηση: Αν δεν υπήρχαν αυτές οι εκροές, θα ήταν καλύτερα;

Απάντηση: Θα υπήρχαν τουλάχιστον αυξημένα χρονικά περιθώρια και αυξημένες επιλογές. Μπορεί να μην ήταν διαφορετικές κινήσεις επί της ουσίας (η ιδιωτικοποίηση ούτως ή άλλως έπρεπε να γίνει). Δεν θα άλλαζε λοιπόν ο σχεδιασμός. Μπορεί να ήταν διαφορετικός ο τρόπος υλοποίησής του. Μπορεί να ήταν εφικτή η διατήρηση του Συνεργατισμού ως ενιαία οντότητα και πάλι το κράτος δεν θα παρέμενε μέτοχος, θα περνούσε σε ιδιωτικά χέρια. Έτσι, για το κράτος θα υπήρχε λιγότερη επιβάρυνση. Από την άλλη όμως και αυτά τα περιουσιακά στοιχεία και η περιουσία του Συνεργατισμού στη μορφή των ακινήτων θα περνούσε επίσης σε ιδιωτικά χέρια. Τώρα αυτή τη διαχείριση θα την κάνει το κράτος με τους δικούς του όρους. Δεν υπάρχει πίεση του χρόνου να ξεπουληθεί το χαρτοφυλάκιο των ακινήτων σε όποια τιμή. Τα δε δάνεια χρειάζονται μια διαχείριση και να δοθούν ευκολίες πληρωμής εκεί που πρέπει για να εισπραχθούν αυτά τα ποσά στον μεγαλύτερο δυνατό βαθμό για να μην δημιουργείται συνεχώς πίεση αβεβαιότητας και αστάθειας στο τραπεζικό μας σύστημα».

(ΝΝ/ΜΓ/ΕΙ)