Cookies management by TermsFeed Cookie Consent
Τελευταίες Ειδήσεις

Ανακοινωθέντα

11-03-2018 11:06

Επιμνημόσυνος λόγος του Υπουργού Δικαιοσύνης και Δημόσιας Τάξης κ. Ιωνά Νικολάου στο μνημόσυνο του ήρωα της ΕΟΚΑ Ευαγόρα Παλληκαρίδη

Με αισθήματα χριστιανικής ευλάβειας και εθνικής υπερηφάνειας, μνημονεύουμε σήμερα έναν από τους σπουδαιότερους γιους που ανέδειξε ποτέ η πατρίδα μας. Τον ποιητή και ακατάβλητο αγωνιστή της ΕΟΚΑ, Ευαγόρα Μιλτιάδους Παλληκαρίδη.

Πριν από οτιδήποτε άλλο, επιθυμώ να ευχαριστήσω το Πολιτιστικό Σύλλογο «Ευαγόρας Παλληκαρίδης» για τη τιμητική σας πρόσκληση. Τόσο εκ μέρους της Κυβέρνησης Νίκου Αναστασιάδη, την οποία εκπροσωπώ, αλλά και προσωπικά, επιτρέψετε μου καταρχάς να σας συγχαρώ, καθότι συντηρείτε άσβεστη τη μνήμη της απαστράπτουσας μορφής του εθνικού μας ήρωα. Και στις κρίσιμες ώρες που διάγει σήμερα ο τόπος μας, πατριωτικές δράσεις όπως τις δικές σας, καθίστανται ίσως, σημαντικότερες από ποτέ.

Ελληνίδες και Έλληνες,

Το καλοκαίρι του 1955, κατά τη διάρκεια της σχολικής εκδρομής στην Ελλάδα, ο Παλληκαρίδης συναντάται με την εκεί διαμένουσα, Ντίνα Κακογιάννη. Όντας ήδη καταζητούμενος για τη δράση του και υπό το φόβο της σύλληψης του, η Ντίνα τον εκλιπαρεί να μην επιστρέψει στην Κύπρο. Ομολογώντας την αγωνιστική του διάθεση και προκαταλαμβάνοντας το τέλος του, ο ήρωας επιτιμά τη συνομιλήτρια του: «Εγώ ορκίστηκα για την ιδέα της Ένωσης και ότι ΔΕΝ θα εγκαταλείψω τον Αγώνα (…) Επίορκος δεν γίνομαι και είμαι αποφασισμένος να θυσιάσω και τη ζωή μου ακόμα, για αυτά τα ιδανικά. Μέχρι που οι Άγγλοι βρίσκονται στην Κύπρο και εγώ είμαι ζωντανός, θα αγωνίζομαι».

Δεκαεννέα μήνες αργότερα, με μάρτυρα την παγκόσμια κοινή γνώμη, με κριτή την ελληνική ιστορία και σκηνικό τις Κεντρικές Φυλακές, η προαναγγελθείσα θυσία του έφηβου, θα εκπληρωθεί.

Οδηγημένοι λοιπόν από το ηρωικό φως της άμωμης μορφής του Παλληκαρίδη, συγκεντρωθήκαμε σήμερα στην πόλη που έδρασε, για να ανασκοπήσουμε τα ιστορικά του βήματα. Και σε αυτή μας την επιδίωξη, οφείλουμε να αναρωτηθούμε: Πώς κυοφορήθηκε τόση αυτοθυσία; Ποιες Μοίρες έκλωσαν το πεπρωμένο, ποια νάματα μετέβαλαν εκείνο το απλοϊκό αγροτόπαιδο από τη Τσάδα, σε ένα οικουμενικό σύμβολο αρετής και ανδρείας;

Γυρίζουμε σήμερα πίσω το χρόνο στις 27 Φεβρουαρίου του ‘38. Εκείνη την Κυριακή της Τυρινής, που ο Μιλτιάδης και η Αφροδίτη έφερναν στον κόσμο το τέταρτο από τα πέντε τους παιδιά. Παιδί προικισμένο, ο Ευαγόρας θα διακριθεί από ενωρίς στα μαθήματα ενώ ταυτόχρονα πρωτοστατεί στις σχολικές εκδηλώσεις. Στα 11 του μόλις χρόνια, μέσα από την άμιλλα με την αδερφή του Γεωργία, πεισμώνει και καταφέρνει να εκδώσει, τη δική του χειρόγραφη εφημερίδα. Με την πάροδο,εξερευνά, ανακαλύπτει την έφεση του στα γράμματα, την λογοτεχνία και την ποίηση.

Τον παρακολουθούμε δυναμικό αλλά ταυτόχρονα κοινωνικά ευαίσθητο, να προστατεύει μικρότερους μαθητές σε διαπληκτισμούς, να ελεημονεί ζητιάνους, να συμπαραστέκεται με κάθε τρόπο και κυρίως αθόρυβα, στους άπορους συμμαθητές του.

 Με την έναρξη της φοίτησης του στο Ελληνικό Γυμνάσιο Πάφου, οι προτεραιότητες του μεταβάλλονται. Σταδιακά εξελίσσεται σε ένα λαμπρό πολυαθλητή, διακριθέντα σε επαρχιακούς και παγκύπριους μαθητικούς αγώνες. Θα τον δούμε να γυμνάζεται και να σκληραγωγείται, να συμμετέχει έξω από το σχολείο του ΕΦΚΑΦ, σε αγώνες πάλης με τουρκοκύπριους συνομήλικους του. Να ηττάται, να πεισμώνει, να τους νικά.

Το πάθος του όμως για την ποίηση, αντικαθιστά βαθμηδόν τις ώρες μελέτης. Ό,τι σκεφτόταν ο Ευαγόρας, υπήρξε στίχος. Από τα χειρόγραφα του λυρικού νέου, διαβάζουμε τις οντολογικές, φιλοσοφικές και ελεγειακές διεργασίες της ζέουσας ψυχής του.

Αυτό όμως που πυρπολεί την ψυχή του ήρωα, πεμπτουσία του είναι του, δεν υπήρξε τίποτα άλλο παρά ο έρωτας του για την Αιώνια Ελλάδα. Ο πόθος του για ένωση με τον μητροπολιτικό κορμό.

Στα δεκαπέντε του μόλις χρόνια υπογράφει την πρώτη επαναστατική του πράξη, όταν ενόψει της στέψης της βασίλισσας, κατεβάζει από τον ιστό του Ιακώβειου Σταδίου τη βρετανική σημαία. Η ματαίωση των αποικιοκρατικών εορτασμών επιφέρει δεκάδες συλλήψεις, μεταξύ των οποίων και ο Παλληκαρίδης.

Η δεύτερη σύλληψη και καταδίκη του, έρχεται ένα περίπου χρόνο αργότερα, όταν επιχειρεί να απελευθερώσει, τους κατηγορούμενους για την υπόθεση μεταφοράς οπλισμού με το πλοιάριο Άγιος Γεώργιος στις ακτές της Χλώρακας.

Λίγη ώρα μετά τα μεσάνυκτα της 1ης Απριλίου του ’55, ο κόσμος του ονείρου και του παραμυθιού για τον Παλληκαρίδη, ζωντανεύουν. Οι εκρήξεις που φωτίζουν τον κυπριακό ουρανό, σηματοδοτούν το τέλος των ειρηνικών πλην άκαρπων διαβημάτων. Σηματοδοτούν την ακατανίκητη θέληση της γενιάς της ΕΟΚΑ, να ζήσει λεύτερη ή να πεθάνει.

Πνεύμα επαναστατικό, μυείται από τους πρώτους στην Οργάνωση και εντείνει τη πολυσχιδή επαναστατική του δράση. Με τους συμμαθητές του αναγράφουν συνθήματα σε τοίχους, ρίχνουν φυλλάδια στους κινηματογράφους, κατασκευάζουν αυτοσχέδιες βόμβες. Ανακεφαλαιώνουν την ιστορία του γένους των Ελλήνων με μόνο μια φράση: «Ελευθερία ή Θάνατος».

Οι ανάγκες του Αγώνα του επιβάλλουν να βρίσκεται σε διαρκή κίνηση, σε διαρκή δράση. Θα λάβει μέρος στην ανατίναξη των Δικαστηρίων στο Κτήμα, ενώ τον Νοέμβριο του ’55, τα νέα καταπιεστικά μέτρα του Χάρντιγκ και οι ανθελληνικές παρεμβάσεις στην εκπαίδευση, οδηγούν τον μαθητόκοσμο της Πάφου σε νέες συγκρούσεις με τις δυνάμεις ασφαλείας.

Πρωτοπόρος και πάλι, βγάζει με δύο κτυπήματα εκτός μάχης, τους στρατιώτες που κτυπούν βάναυσα τον ανυπεράσπιστο συμμαθητή του Λούκα Πετρίδη. Θα συλληφθεί εκ νέου και αποφυλακίζεται μέχρι την εκδίκαση της υπόθεσης. Γνωρίζει ότι ο κίνδυνος του εγκλεισμού του είτε στις Φυλακές είτε στα Κρατητήρια, βρίσκεται πλέον, προ των πυλών. Ο προβληματισμός, η ανάγκη να εγκαταλείψει την μαθητική και αστική του ζωή, καθίσταται τώρα επιτακτική. Ο κύβος ερρίφθει…

Την επομένη, συγκινημένοι οι συμμαθητές του θα συνειδητοποιήσουν πως κάποιος ανάμεσά τους λείπει. «Κάποιος φεύγει αναζητώντας λίγο ελεύθερο αέρα». Έχει ήδη αφήσει αδέρφια – συγγενείς, επιλέγοντας την ανηφοριά του αντάρτικου, τα μονοπάτια που παν στην Λευτεριά. Το ημερολόγιο έγραφε 5 Δεκεμβρίου του ’55 και δεν θα γυρνούσε ποτέ ξανά πίσω.  

Στην επίθεση εναντίον του Αστυνομικού Σταθμού Δρούσειας ο απειροπόλεμος πλην έμψυχος νέος, λαμβάνει το βάπτισμα του πυρός. Ακολουθεί στις 9 Μαρτίου του ‘56 η συμμετοχή στην ενέδρα παρά τον Κόλπο των Κοραλλίων, ενώ μετά τον απαγχονισμό των Καραολή και Δημητρίου, προωθείται στο αντάρτικο στη Λυσό.

Στην αναμόχλευση της αγωνιστικής του διαδρομής, θα τον δούμε με τους συναγωνιστές του, να επιτίθενται εναντίον της βρετανικής διμοιρίας στο μεταλλείο της Κινούσας. Με το πέρας της επιχείρησης, αναλογίζεται ότι με τους εχθρούς του δεν έχει καμιά προσωπική διαφορά, πως κάποιες μάνες θα θρηνήσουν σε λίγο τα παιδιά τους. Άφταστο μεγαλείο ψυχής από έναν έφηβο που μέχρι χτες, η μόνη του έγνοια ήταν τα σχολικά διαγωνίσματα.

Η επίθεση εναντίον του στρατοπέδου στον Πωμό, η ενέδρα στη Τσάδα και η ναρκοθέτηση του γεφυριού στο Πολέμι, καταμαρτυρούν και συγκαταλέγονται, στην πλούσια πολεμική του δράση. Θα τον ιχνηλατήσουμε από τα σοκάκια του Κτήματος,μέχρι τα σκληροτράχηλα βουνά του Κύκκου. Από τις ακτογραμμές της Κισσόνεργας μέχρι, τα περβόλια της Πόλης Χρυσοχούς και από τον Κάθηκα ως τις σπηλιές της Θελέτρας.

Τον ανακαλούμε στη σκέψη μας μαραζωμένο από τις προδοσίες και συλλήψεις των συναγωνιστών του. Θα αισθανθούμε μαζί του την ταλαιπωρία από τις συνεχείς μετακινήσεις, την πείνα, τις στερήσεις, την αγωνία πριν από το σύνθημα της επίθεσης. Θα τον δούμε συντετριμμένο στην είδηση του απαγχονισμού, του εξάδελφου του Στέλιου Μαυρομμάτη. Μέσα από τις επιστολές του, ασπαζόμαστε τη νοσταλγία για την οικογένεια και την αγαπημένη του. 

Τα περιθώρια όμως, στενεύουν. Η ώρα της αναμέτρησης,όχι με τον εχθρό αλλά με την ιστορία, πλησιάζει.

Την φεγγαρόφωτη και παγωμένη νύχτα της 18ης Δεκεμβρίου, οι αγωνιστές επιστρέφοντας προς το Σταυρό της Ψώκας με τρόφιμα και οπλισμό από την Λυσό, πέφτουν σε μηχανοκίνητη περίπολο. Οι δύο σύντροφοι του καταφέρνουν να διαφύγουν αλλά ο Παλληκαρίδης, συλλαμβάνεται έχοντας στην κατοχή του ένα γρασαρισμένο, σε μη χρησιμοποιήσιμη κατάσταση, αυτόματο μπρεν. Προξενεί εντύπωση το γεγονός ότι ο ίδιος δεν επιχειρεί, ούτε να διαφύγει, ούτε και να απαλλαγεί του όπλου.

Αρνήθηκες Ευαγόρα να στρέψεις τα νώτα σου. Αρνήθηκες να δόσεις στον εχθρό την ευκαιρία να σε πυροβολήσει πισώπλατα, να σε περιγελάσουν σαν δειλό και ρίψασπι. Έτοιμος, συμβιβασμένος με το αναπόδραστο από καιρό.

Από στρατόπεδο σε στρατόπεδο, σε υποβάλουν σε ανείπωτα βασανιστήρια, με την ψευδαίσθηση ότι μπορούν να σου αποσπάσουν πληροφορίες. Ποιος τους είπε, ότι το υλικό που σε συνέθετε, θα σου επέτρεπε ποτέ να καταδόσεις τους συναγωνιστές σου; Ποιος τους είπε ότι θα μπορούσες, εσύ ειδικά, να καταστείς αργυρώνητος;

Ακόμα και η απάντηση της μάνας σου όταν την προσέγγισαν για να σε πείσει, υπήρξε σπαρτιάτικη: «Εγιώ εν εγγέννησα παιδίν, να τον λαλούν προδότην. Χαλάλιν της πατρίδας μου το γαίμαν του παιθκιού μου».

Στις 25 Φεβρουαρίου το Ειδικό Δικαστήριο προβαίνει με συνοπτικές διαδικασίες στην καταδίκη όνειδος για το Στέμμα. Η απάντηση του Παλληκαρίδη αγέρωχη, αντρίκεια, πέραν για πέραν ελληνική:

«Γνωρίζω ότι θα με καταδικάσετε εις θάνατον. Ό,τι έκαμα το έκαμα ως Έλλην Κύπριος, ο οποίος επιζητεί την Ελευθερίαν του. Τίποτε άλλο.»

Οργανωμένα σύνολα στην Κύπρο και στην Ελλάδα, δεκάδες βουλευτές στην Βρετανία και αμερικάνοι γερουσιαστές, προβαίνουν σε διαβήματα για ματαίωση της εκτέλεσης. Ο μελλοθάνατος Ευαγόρας παραμένει ευθυτενής και ακλόνητος:

«… Ώρα 7:30 μμ. Η πιο όμορφη μέρα της ζωής μου. Η πιο όμορφη ώρα. Μην με ρωτάτε «γιατί».

Τα μεσάνυχτα της 13ης προς 14η Μαρτίου, διαβαίνει με θάρρος το ικρίωμα ψάλλοντας τον Εθνικό Ύμνο. Έχει προηγούμενα αποχαιρετίσει τους συγκρατούμενους του με την ευχή να αποτελέσει τον τελευταίο απαγχονισθέντα.

Σε λίγα λεπτά, πρόκειται να κοινωνήσει από το κρασί των Αθανάτων. Σε λίγα λεπτά, πρόκειται να παραμείνει για πάντα νέος, ανέγγιχτος από τον φθοροποιό χρόνο.  Με τα 18 του χρόνια, μόλις συμπληρωμένα, με τους αγώνες και τη θυσία του λιβάνι στο όραμα της απελευθέρωσης, η πανώρια Κόρη, που τόσο λαχτάρησε και τραγούδησε, θα τον πάρει κοντά της μέχρι να ‘ρθει το πολυπόθητο καλοκαίρι του ‘59.

Ό,τι μας είπες Ευαγόρα, το έκανες πράξη.

Συμπατριώτες και συμπατριώτισσες,     

Σε αντιδιαστολή με τις περιπτώσεις άλλων λαών, ο αντιαποικιακός τετραετής του ‘55-59, ΔΕΝ υπήρξε ο τελευταίος αγώνας της πατρίδας μας. Και γι’ αυτό, οφείλουμε σήμερα με αυτοσυνειδησία, να απολογηθούμε στους ήρωες μας.

Σου ζητούμε συγγνώμη Ευαγόρα. Γιατί πολύ σύντομα, επιτρέψαμε στα εμφιλοχωρούντα ζιζάνια της διχόνοιας να αναφυούν ανάμεσα μας. Γιατί αγνοήσαμε τις μέλισσες που δέκα χρόνια, μας έστελνε ο Ονήσιλλος.Που ανοίξαμε την κερκόπορτα, επιτρέποντας στον τούρκο εισβολέα, να συλήσει τα, για τριάντα πέντε αιώνες ελληνικά χώματα της πατρίδας μας. Τη Σαλαμίνα του συνονόματου σου Ευαγόρα, την Κερύνεια του Πράξανδρου, την Μόρφου του Φιλόκυπρου, το Ριζοκάρπασο του συμμαθητή σου Πετράκη Γιάλλουρου.

Εξήντα-ένα χρόνια από τη θυσία σου, σου ζητούμε σήμερα, ταπεινά συγγνώμη. Γιατί αδυνατούμε να σου εξηγήσουμε πως, αντί να διδάσκουμε στα παιδιά μας τα ελληνοχριστιανικά μηνύματα του ωραίου σας αγώνα, τα αφήσαμε να κλυδωνίζονται ανάμεσα στις τηλεοπτικές απαξίες και στην ευτέλεια εισαγόμενων ιδανικών μιας χρήσης. Συγγνώμη, γιατί μπροστά στο κλέος σας, μετρηθήκαμε ανάξιοι.

Έφτασε λοιπόν η ώρα, να φρονηματιστούμε από τα ασύγγνωστα λάθη του παρελθόντος και να επανακαθορίσουμε τους συλλογικούς μας οραματισμούς. Υπό το πρίσμα των πρόσφατων προκλήσεων, να επαναβεβαιώσουμε ότι το συμφέρον της πατρίδας μας, παραμένει ο ενοποιητικός και κυρίαρχος παρανομαστής, η ακομμάτιστη και μείζονα συνιστώσα του πολιτικού μας προσανατολισμού. Η παρούσα κρίση, επιβάλλεται να μας βρει, αν όχι ομόφωνους τουλάχιστον ομόπνοους.

Ως προς την ανάγκη, να συνεχίσουμε να πορευόμαστε στο διεθνή στίβο, με εξωστρέφεια και αυτοπεποίθηση, προασπιζόμενοι τα νόμιμα και διεθνώς κατοχυρωμένα κυριαρχικά μας δικαιώματα. Χωρίς ηττοπάθεια, μακριά από την λογική του μικρού και αδύνατου, χωρίς ψευδαισθήσεις για έξωθεν σωτήρες και από μηχανής Θεούς.

Ούτε ο μαξιμαλισμός, ούτε και η αναθεωρητικότητα της κατοχικής Τουρκίας, είναι ικανή να μας πτοήσει, ή να μας αποπροσανατολίσει. Παρά τους τακτικισμούς της Αγκύρας, επαναλαμβάνουμε προς πάσα κατεύθυνση, ότι  το πρόβλημα της Κύπρου δεν είναι ΚΑΙ ούτε θα επιτρέψουμε ποτέ, να καταστεί ενεργειακό. Το πρόβλημα της Κύπρου, είναι πρόβλημα παράνομης εισβολής και συνεχιζόμενης κατοχής.

Προς άρση της οποίας, ο Πρόεδρος Αναστασιάδης θα συνεχίσει να εργάζεται με γνώμονα την ταχεία, δίκαιη και λειτουργική επανένωση της πατρίδας μας. Της επανένωσης που θα επουλώνει αντί να αναδεικνύει πληγές, της επανένωσης που θα καταστήσει συνδικαιούχους των πλουτοπαραγωγικών πόρων, τους τουρκοκύπριους συμπατριώτες μας και όχι τον νεοοθωμανισμό της Άγκυρας. Διαπραγματεύσειςπου μπορούν να επαναρχίσουν, όταν η Τουρκία πάψει να εγείρει ζητήματα επί των αδιαπραγμάτευτων.

Αυτός είναι σήμερα ο δικός μας αγώνας. Και σε αυτήν μας την προσπάθεια, ας πάρουμε κατά τον ποιητή μια σταγόνα από την πίστη του αθλοφόρου Ευαγόρα και να μπολιάσουμε τη δική μας. Ας πάρουμε την τελευταία του εκπνοή «να ‘χουμε οξυγόνο να αναπνέουμε χιλιάδες χρόνια».

Αιωνία θα είναι η μνήμη σου, αθάνατε Έλληνα, Παλληκαρίδη και καλή Λευτεριά στην πατρίδα μας για χάριν της οποίας θυσιάστηκες.

(ΕΚ/ΕΙ)